Προσπαθώ να σκεφτώ τι να γράψω στο επόμενο κείμενο. Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα κι έτσι λέω να ανατρέξω σε αυτά που αγαπάω, για να πάρω έμπνευση.
Πρώτο πράγμα που πέφτω πάνω του, ο Δεκάλογος του Κισλόφσκι. Λέω, ας γράψω για τον Δεκάλογο κάτι. Έλα, όμως, που δεν μπορώ.
Είναι όπως όταν ήμουν έφηβη, με τους Nirvana. Θυμάμαι που τότε σκεφτόμουν, ότι αν γινόμουν τραγουδίστρια όταν μεγαλώσω, δεν θα μπορούσα ποτέ να τραγουδήσω Nirvana.
Όταν μεγάλωσα, ασχολήθηκα με τον χορό. Δεν μπόρεσα ποτέ να χορογραφήσω Nirvana.
Έτσι και με τον Δεκάλογο. Δεν μπορώ να γράψω τίποτα γι’ αυτόν. Είναι σειρά, το ξέρατε; Εγώ πάντως δεν το ήξερα όταν ξεκίνησα να το βλέπω. Θυμάμαι που αναρωτήθηκα, καλά, γιατί το λένε Δεκάλογο αφού κρατάει μόνο μία ώρα; Πέρασε λίγος καιρός για να καταλάβω ότι είναι 10 επεισόδια.
Έβαλα να ξαναδώ το τρέιλερ και έβαλα τα κλάματα. Όμως, δεν μπορώ να εξηγήσω το γιατί. Κάθε φορά, το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι δεν ξέρω γιατί μου μιλάει τόσο πολύ ο Δεκάλογος.
Ίσως να’ ναι που είναι πολύ ανθρώπινος. Άρα και πολύ αληθινός. Και που, όπως κάθε τι που αγαπάω, δεν ψάχνει, απλώς, την μαγεία. Την φτιάχνει κιόλας.
Μετά, σκέφτομαι ότι γενικά αυτό το πράγμα – αυτό, που δεν μπορώ να γράψω – το έχω, γενικώς, με τα -σκι. Με τον Ταρκόφσκι, ας πούμε. Ναι, μπορεί να είναι πασέ. Αλλά με τον Stalker μου συνέβη το ίδιο πράγμα που μου είχε συμβεί με τον Δεκάλογο: το σταματούσα διαρκώς, για να μην τελειώσει.
Σοβαρολογώ. Πατούσα παύση, σηκωνόμουν, έκανα άλλα πράγματα. Δεν ήθελα να βγω από αυτόν τον κόσμο. Ήθελα να μείνω εκεί, όσο μπορούσα περισσότερο.
Δεν μπορούσα περισσότερο. Ο χρόνος, βλέπεις. Γι’ αυτό, άρχισα να φτιάχνω τους δικούς μου κόσμους. Πλάι στα -σκι.
Αργότερα, διάβασα κάπου ότι ίσως ο Ταρκόφσκι, λέει, όταν έφτιαχνε το Stalker να είχε στο μυαλό του τον Μάγο του Οζ. Zone/Oz, λέει. Δεν ξέρω αν ισχύει και να σας πω την αλήθεια, δεν με νοιάζει. Για’ μένα ισχύει, γιατί έτσι θέλω. Γιατί ο Μάγος του Οζ είναι η ταινία της παιδικής μου ηλικίας και είναι η πιο μαγική ταινία του κόσμου. Μαζί με την Μαίρη Πόπινς.
Εκτός από τον Κισλόφσκι και τον Ταρκόφσκι, που δεν μπορώ να γράψω, υπάρχει κι ακόμη ένα -σκι. Πού ούτε γι’ αυτό μπορώ να γράψω.
Ο Νιζίνσκι.
Έχετε δει το Rite of Spring; Ο Νιζίνσκι το έφτιαξε το 1913. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη φορά που το είδα. Το τελευταίο κομμάτι, εκεί, με την θυσία. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτές τις σπασμωδικές κινήσεις αυτής της γυναίκας. Με αυτό το κοστούμι. Αυτό το danse macabre, πάνω στους σπασμωδικούς ήχους του Στραβίνσκι.
Τι άλλο τελειώνει σε -σκι και δεν μπορώ να γράψω γι’ αυτό;
Α, ναι.
Τα πιροσκί.
Τα πιροσκί μου αρέσουν πολύ.
Θα’ ναι που συνήθως αγαπώ την τέχνη που βγήκε απ’ όσους έζησαν την προοδευτική τους εξουδετέρωση απ’ την Σοβιετική Ένωση. Βέβαια εντάξει, δεν πειράζει, είχαν ένα πιάτο φαγητό εκεί. Ξέρουν καλύτερα να μας τα πουν αυτοί που δεν έζησαν εκεί – θα τους ρωτήσω.
Αλλά τώρα που το σκέφτομαι, ούτε για τα πιροσκί μπορώ να μιλήσω, γιατί μου θυμίζουν τους Ρώσους και αν αρχίσω να γράφω για τα -σκι όπως Ντοστογιέφσκι, δεν ξεμπερδεύουμε ούτε σε τρεις μέρες.
Τα πιροσκί, που λέτε, μου αρέσουν πολύ.
Το σκι πάλι, καθόλου.
Αν δείτε τον Δεκάλογο, το Stalker και το Rite of Spring, να μου στείλετε να μου πείτε πώς σας φαίνονται.
Εγώ, έτσι κι αλλιώς, δεν μπορώ να γράψω γι’ αυτά.