Βλέπω για δεύτερη φορά το Another Round (2020), την τελευταία ταινία του Vinterberg. Τελειώνει – η γλυκόπικρη αίσθηση που μου αφήνουν όλα όσα φτιάχνει, είναι ξανά εδώ. Το στομάχι μου σφιγμένο, το μυαλό μου ανοιγμένο, τα μάγουλά μου βρεγμένα.
Και σκέφτομαι, ότι είναι ο σκηνοθέτης των αντιθέσεων. Η αθωότητα και η ενοχή. Η τρυφερότητα και η σκληρότητα. Το αδιέξοδο και η επιλογή. Η τραγωδία και η κωμωδία. Το φως και το σκοτάδι. Αφηγείται πάντα ένα παραμύθι, κάποιες φορές γλυκά, όπως στο Far From the Madding Crowd (2015), άλλες σκληρά, όπως στο It’s all about love (2003), κι άλλες παιδικά, όπως στο Dear Wendy (2005). Η κάμερα του είναι προσκεκλημένη, στο Celebration (1998), συμμέτοχη, στο The Commune (2016), ο ίδιος ο ήρωας, στο Submarino (2010) και στο The Hunt (2012). Συχνά, η κάμερα του είναι το παιδί. Που απορεί, προσπαθεί, διαμορφώνεται, εξελίσσεται. Όχι πάντα καλά. Και όχι πάντα κακά.
Ο σκηνοθέτης της ισορροπίας. Αυτός που ξεκίνησε από το Δόγμα του 95 και έφτιαξε κανόνες για να παίξει. Και για να τους σπάσει. Και για να τους ξεπεράσει. Το Δόγμα είχε νόημα στην εποχή του, τώρα πια δεν έχει κάτι να μας πει. Αγαπάει να βάζει μουσική στις ταινίες του και αυτό τον δυσκόλεψε στο Celebration – γι’ αυτό, σκέφτηκε να βάλει το ανσάμπλ του να τραγουδάει. Δουλεύει μαζί με τους ηθοποιούς του, αυτοσχεδιάζουν το σενάριο, αλλάζουν φράσεις που βγάζουν νόημα στον γραπτό, αλλά όχι στον προφορικό λόγο. Μιλάει για την ισορροπία ανάμεσα στην προετοιμασία και το ένστικτο. Για τον χρόνο που χρειάζεται για να ωριμάσει το σενάριο. Για την δουλειά της ανάλυσης του χαρακτήρα. Τελικά, για την στιγμή που η μαγεία παίρνει το πάνω χέρι και συμβαίνει ο κινηματογράφος.
Ισορροπία. Όχι ίσες αποστάσεις.
Ο σκηνοθέτης της ειλικρίνειας. Αυτός που θα μιλήσει για τα πράγματα που ξέρει. Για παρέες ανδρών, για κοινόβια, για την χώρα του. Για τις γυναίκες, χωρίς να φετιχίζεται, αλλά και χωρίς να αρνείται ότι είναι άντρας. Για την Δανία, με τον πιο αληθινό τρόπο. Κρύο και χιόνι, που αποτυπώνεται και στην ψυχρή χρωματική παλέτα που συνήθως χρησιμοποιεί. Κλειστοί άνθρωποι, που δυσκολεύονται να εκφράσουν τι σκέφτονται, τι νοιώθουν. Παλεύουν γι’ αυτό. Η ανάγκη τους να επικοινωνήσουν και η αδυναμία τους να τα καταφέρουν, συχνά καταλήγουν σε εξαρτήσεις. Άλλωστε, τα πάντα γύρω τους ευνοούν τις εξαρτήσεις. Αδιέξοδο. Εγκλωβισμός. Κάπου εκεί, αχνοφαίνεται και η επιλογή. Οι χαρακτήρες του Vinterberg είναι ειλικρινείς, γιατί είναι ανθρώπινοι. Τους μισείς, τους δικαιολογείς, τους αγαπάς, τους αποστρέφεσαι.
Ο θάνατος της κόρης του συμβαίνει μόλις ξεκινούν τα γυρίσματα της τελευταίας του ταινίας (Another Round, 2020). Αντί να αποσυρθεί για να πενθήσει, αποφασίζει να αλλάξει το σενάριο και να κάνει μία ταινία για να γιορτάσει την ζωή. Η τελευταία σκηνή είναι μια ωδή στην πραγματικότητα. Στο γλυκόπικρο της καθημερινότητας. Συμφιλιωμένος με την φύση του, ο ήρωας χορεύει για την αποδοχή του αναπόφευκτου. Η πιο ανθρώπινη στιγμή του Vinterberg. Γι’ αυτό, και η πιο σπουδαία.
Ο σκηνοθέτης της μαγείας, μέσα από τον ρεαλισμό. Έχει έναν μαγικό τρόπο να περιγράφει το νήμα ανάμεσα στο ατομικό και το συλλογικό. Πάντα μόνοι, πάντα ανάμεσα σε άλλους. Μιλάει για τις εξαρτήσεις. Για τις εξαρτήσεις που, εκεί που σταματάς να πονάς εσύ, αρχίζουν να πονάνε όλοι οι άλλοι γύρω σου. Μιλάει συχνά για την οικογένεια – σε όλες της τις μορφές. Την συμβατική, στο Another Round. Την διαλυμένη, στο Submarino. Την διευρυμένη, στο The Commune. Την υποκριτική, στο Celebration. Την επικίνδυνη, στο The Hunt. Την επικίνδυνη παντού, μάλλον, εδώ που τα λέμε.
Ο Vinterberg είναι από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες, γιατί είναι βαθιά συναισθηματικός, χωρίς να το κάνει θέμα. Απλώς, είναι. Το Another Round τελειώνει – ο ήρωας έχει μεγαλώσει. Και μαζί του, έχω μεγαλώσει κι εγώ.