“Μία σειρά από κινηματογραφημένες απολογίες συμβαίνουν διαδοχικά, ενώ η Anne Charlotte Robertson αντιμετωπίζει την κάμερα και το κοινό με μία αίσθηση οργής, μοναξιάς και ενόχλησης, που πηγάζει από την καθημερινή της μάχη με την ψυχική ασθένεια.” – διαβάζω στο IMDb, για το Apologies (1990) της Robertson.
Θυμάμαι ακόμη την πρώτη φορά που το είδα – ήταν σε ένα σεμινάριο κινηματογράφου που παρακολούθησα πρόσφατα στην Αθήνα. Ήταν η στιγμή που ανοίχτηκε μπροστά μου, για πρώτη φορά σε εικόνα, ο κόσμος του ημερολογίου. Ο κόσμος της Akerman, του Mekas και της Menken. Η στιγμή που άρχισα να καταλαβαίνω το Les plages d’Agnès (2008) της Varda. Η στιγμή που άρχισε να βγάζει νόημα η μνήμη και ο συνειρμός. Που δεν βγάζουν κανένα νόημα συνήθως, αλλά, όπως λέει κι ο Lynch, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι περιμένουν από την τέχνη να βγάλει νόημα, ενώ η ίδια τους η ζωή δεν βγάζει κανένα απολύτως. Ο Lynch μου θυμίζει πάντα την Ν., γιατί τον αγαπάει πολύ και αυτή μου τον έμαθε. Δεν μπορώ ποτέ να σκεφτώ τον Lynch, χωρίς να σκεφτώ την Ν. Και η Varda μου θυμίζει πάντα την Ν., γιατί κι αυτήν την αγαπάει πολύ. Η Ν. μου είχε πει να δω το Les plages d’Agnès.
Φλυαρώ, ε; Συγγνώμη που φλυαρώ και συγγνώμη αν σας γίνομαι δυσάρεστη επειδή φλυαρώ. Αυτό που διαβάζετε αυτή τη στιγμή είναι ένα κείμενο για το φιλμ της Robertson, που λέγεται Apologies και κανονικά θα έπρεπε να είναι μόνον αυτό, συγγνώμη που έχω γράψει τόσα άλλα πράγματα ενώ δεν χρειαζόταν, συγγνώμη γι’ αυτό. Συγγνώμη που βγήκα εκτός θέματος και μάλλον σας γίνομαι δυσάρεστη, γιατί δεν είμαι αυτό που περιμένατε. Ούτε εγώ είμαι αυτό που περιμένατε ούτε αυτό το κείμενο είναι αυτό που περιμένατε – αλήθεια, τι περιμένατε και γιατί; Συγγνώμη αν αυτή η ερώτηση σας φέρνει σε δύσκολη θέση.
Το Apologies κάνει θόρυβο μέσα στην απλότητά του: μια γυναίκα που το’ χει χάσει, ζητάει ακατάπαυστα συγγνώμη. Μόνο της βοήθημα, μια κάμερα. Την κρατάει ή την βάζει απέναντί της. Κάπως πρέπει να απευθύνει την συγγνώμη της, άλλωστε. Η Robertson κάνει, επιτέλους, αυτό που όλοι περιμένουν από αυτήν: ζητάει συγγνώμη για ολόκληρη την ύπαρξή της. Ξέρει ότι, ό,τι κι αν κάνει, είναι λάθος. Καπνίζει πολύ, πίνει πολύ καφέ, βρίζει, δεν είναι περιποιημένη, είναι πολύ περιποιημένη, τραβάει με την κάμερα στο χέρι, δεν τραβάει με την κάμερα στο χέρι, είναι ενεργή πολιτικά, δεν είναι ενεργή πολιτικά, οδηγεί, δεν οδηγεί, είναι απολογητική, δεν είναι απολογητική, είναι ψυχικά ασθενής, δεν είναι ψυχικά ασθενής, φωνάζει, δεν φωνάζει, κοιτάζει την κάμερα, δεν κοιτάζει την κάμερα, εξαντλείται, δεν εξαντλείται, κάνει λάθη. Κάνει λάθη. Όλοι κάνουν λάθη, αλλά τα δικά της λάθη είναι ακόμη πιο ασυγχώρητα. Γιατί, έτσι κι αλλιώς, ό,τι κι αν κάνει, είναι λάθος. Είναι και γυναίκα και συγγνώμη που το λέω αυτό. Συγγνώμη αν σας ενοχλεί που το αναφέρω αυτό το πράγμα.
Υπάρχει καλύτερος τρόπος να πάρεις τον έλεγχο, από την ειρωνεία;
Συγγνώμη αν αυτή η τελευταία ερώτηση σας φέρνει σε δύσκολη θέση. Συγγνώμη που η αλήθεια είναι πως, δεν με νοιάζει αν σας φέρνω σε δύσκολη θέση με αυτό που ρώτησα. Συγγνώμη που ζητάω τόσες φορές συγγνώμη, μάλλον έχω γίνει βαρετή και δυσάρεστη που έχω ζητήσει τόσες πολλές φορές συγγνώμη. Συγγνώμη γι’ αυτό. Ειλικρινά, συγγνώμη.