Η επιρροή του Πουριτανισμού στο θέατρο – Μαίρη Τζείν

Λίγο πολύ όλοι έχουμε ακούσει την λέξη “πουριτανός”, κυρίως με τη λέξη να στοχεύει κάποιο πρόσωπο ακραία συνεσταλμένο, ακόμη και κάποιον που απέχει από ποικίλες “επίγειες” απολαύσεις. Ποιοι ήταν, όμως, οι Πουριτανοί; Αρχικά, μια τέτοια θρησκευτική ομάδα κρύβεται πίσω από μια από τις μεγαλύτερες σφαγές “μαγισσών”, αυτή του Σάλεμ. Άξια αναφοράς είναι, επίσης, η παράδοξη προσφορά τους στην τέχνη του θεάτρου σε σχέση με την ευρύτερη στάση τους προς την τέχνη. 

Το κίνημα των Πουριτανών εμφανίστηκε στην Αγγλία στα τέλη του 16ου αιώνα. Οι Πουριτανοί πίστευαν ότι η Εκκλησία της Αγγλίας είχε πάρα πολλές ομοιότητες με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και επιδίωξαν να εξαλείψουν πρακτικές και τελετές που δεν είχαν τις ρίζες τους στη Βίβλο. Αυτή η πεποίθηση τους οδήγησε στο να πιστεύουν ότι είχαν άμεση και προσωπική σχέση με τον Θεό, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αναλάβουν δράση.  

Η πουριτανική αίρεση του προτεσταντισμού θεωρούσε τα καθιερωμένα θέατρα της εποχής ανήθικα ιδρύματα που προωθούσαν αντιπουριτανικές ιδέες και δραστηριότητες. Πόντους σε αυτήν την πεποίθηση έδινε και η παρουσία εγκληματικών στοιχείων στους χώρους, όπως πορτοφολάδες, που συχνά έβαζαν στο στόχαστρο ανυποψίαστους επισκέπτες, καθώς και σεξεργάτριες. Το πρόβλημα της μέθης στα θέατρα θεωρήθηκε επίσης μείζον ζήτημα, καθώς απείχε από το πουριτανικό ιδεώδες της νηφαλιότητας.  

Τα θέατρα θεωρούνταν, επομένως, ένα φυτώριο ανήθικης συμπεριφοράς, τόσο επί σκηνής όσο και μεταξύ των θεατών. Τα ίδια τα θεατρικά έργα συχνά περιείχαν θέματα που βρίσκονταν σε αντίθεση με τις πουριτανικές αξίες, όπως το προγαμιαίο σεξ, γεγονός που εδραίωσε ακόμη περισσότερο την αντιπάθεια της ομάδας για το θέατρο. 

Το γεγονός ότι τα έργα αυτά παίζονταν συχνά τις Κυριακές, μια ημέρα που παραδοσιακά προοριζόταν για την εκκλησία και την προσευχή, ενίσχυε την αποστροφή των Πουριτανών. Στα μάτια τους, η θεατρική εμπειρία ήταν ασυμβίβαστη με την αυστηρή προσήλωσή τους στις προτεσταντικές αρχές, οι οποίες έδιναν έμφαση στην αφοσίωση στην προσευχή έναντι των κοινωνικών δραστηριοτήτων και της ηθικής χαλαρότητας. 

Πέραν αυτών των οπισθοδρομικών ιδεών, το παράδοξο φαινόμενο όσον αφορά στους Πουριτανούς ήταν το ότι έφεραν την Όπερα στην Αγγλία του 17ου αιώνα.  

Το 1649, λοιπόν, μετά το θάνατο του βασιλιά Καρόλου Α’, το Κοινοβούλιο άδραξε την ευκαιρία να ρευστοποιήσει τα περιουσιακά στοιχεία της μοναρχίας. Ανακοινώθηκε η πώληση της βασιλικής συλλογής έργων τέχνης, ενώ ένα συμβούλιο διαχειριστών διορίστηκε για να συντάξει μια απογραφή και να εκθέσει τα αγαθά στο Somerset House. Οι πουριτανοί είχαν ιδεολογικά κίνητρα, επιδιώκοντας να διαλύσουν την καθολική οσμή που περιέβαλλε τις πινακοθήκες του βασιλιά. Ωστόσο, έπαιξαν ρόλο και πρακτικοί λόγοι, καθώς αναγνωρίστηκε ότι η πώληση έργων τέχνης θα μπορούσε να είναι κερδοφόρα. 

Παρά τη φήμη των πουριτανών ότι ήταν κατά των τεχνών, η κυβέρνηση του Όλιβερ Κρόμγουελ δεν ήταν αντίθετη στις καλλιτεχνικές αναζητήσεις. Ο Κρόμγουελ εγκαταστάθηκε στο Χάμπτον Κορτ, συντηρώντας το παλάτι και διατηρώντας αριστουργήματα όπως οι γελοιογραφίες του Ραφαήλ και ο “Θρίαμβος του Καίσαρα” του Αντρέα Μαντένια. 

Η αγάπη των πουριτανών για τη μουσική ήταν αντιφατική, καθώς αφαίρεσαν τα όργανα από τις εκκλησίες, αλλά επέτρεψαν τη μεταφορά τους στο Χάμπτον Κορτ για την ψυχαγωγία του Κρόμγουελ.  

Η διοίκηση του Κρόμγουελ έτυχε εντός Εμφυλίου πολέμου, με τον λαό να βρίσκεται σε μία σαφή σύγχιση. Επομένως, είχε να αντιμετωπίσει ένα δίλημμα: έπρεπε να κατευνάσει τις μάζες με λαϊκή ψυχαγωγία, αλλά οι πιο συντηρητικοί υποστηρικτές της δεν θα επέτρεπαν την επαναλειτουργία των θεάτρων. Το 1654, έφτασε στο γραφείο του ένα φυλλάδιο που πρότεινε μια λύση. Με τίτλο A Proposition for Advancement of Moralitie (Μια πρόταση για την προώθηση της ηθικής), είχε γραφτεί από τον William Davenant, πρώην ποιητή του Καρόλου Α΄. 

Ο Davenant άδραξε την ευκαιρία για να προωθήσει την όπερα, προβάλλοντας την ικανότητά της να καθοδηγεί τις μάζες στην υπακοή στο πουριτανικό καθεστώς και να ενισχύει την εθνική υπερηφάνεια. Το 1656, η πρώτη αγγλική όπερα, Η πολιορκία της Ρόδου, έκανε το ντεμπούτο της στο Rutland House του Λονδίνου, προσελκύοντας κοινό που πλήρωνε και χωρίς πουριτανικές παρεμβάσεις. Η επιτυχία της παράστασης οδήγησε τον Davenant να γράψει μια συνέχεια και δύο ακόμη θεατρικά έργα που προωθούσαν την εξωτερική πολιτική του Κρόμγουελ.  

Εν συνεχεία, αντί να δημιουργήσει νέα έργα, ο Davenant επέλεξε να επανασχεδιάσει τα αριστουργήματα του Σαίξπηρ, όπως -για παράδειγμα- το εμβληματικό Μάκβεθ. Η απόφαση αυτή οδήγησε στην πρώτη ενσωμάτωση των έργων του Σαίξπηρ στον θεατρικό κανόνα. Πριν από τον εμφύλιο πόλεμο, δεν υπήρχε ένα ολοκληρωμένο ρεπερτόριο θεατρικών έργων- οι αναβιώσεις παλαιότερων έργων ήταν σπάνιο φαινόμενο.  

Δεκαετίες αργότερα, οι εναπομείναντες πουριτανοί ζηλωτές αναχώρησαν για την Αμερική, αφήνοντας πίσω τους ένα ερώτημα: άφησαν μόνιμο αντίκτυπο στις βρετανικές τέχνες; Η απάντηση βρίσκεται σε ένα εκπληκτικό μέρος – στο ίδιο το θέατρο, όπου η επιρροή τους μπορεί να φανεί με απροσδόκητους τρόπους. 

Scroll to Top