Ο Λόγος της Μαγείας: Κίνηση και Εικόνα – Αναστασία Αντωνακάκη

Χορός, Θέατρο, Κινηματογράφος:  Η σχέση τελετουργίας και ορθολογισμού μέσα από την καλλιτεχνική πράξη
Μέρος 1ο

 “Αγαπητέ μου, ο κόσμος είναι τόσο τρομερά βαρετός. Δεν υπάρχει τηλεπάθεια, δεν υπάρχουν φαντάσματα, δεν υπάρχουν ιπτάμενοι δίσκοι. Δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα απ’ όλα αυτά. Ο κόσμος κυβερνάται από σιδερένιους νόμους. Αυτοί οι νόμοι δεν σπάνε. Δεν μπορούν να σπάσουν. Μην ελπίζεις σε ιπτάμενους δίσκους. Κάτι τέτοιο, θα παραήταν ενδιαφέρον.”.(1)

 Η Κίνηση και η Εικόνα είναι βασικά συστατικά στοιχεία του Χορού, του Θεάτρου και του Κινηματογράφου. Τα έργα που θα δούμε παρακάτω, έχουν τα εξής κοινά χαρακτηριστικά:

 Πρώτον, χρησιμοποιούν την κίνηση και την εικόνα ως βασικά εκφραστικά μέσα. Ο λόγος, με την στενή του όρου έννοια, τις λέξεις, είναι περιορισμένος. Η χρήση του αναδεικνύεται μέσα από και αναδεικνύει την κίνηση και την εικόνα.

 Δεύτερον, μιλούν για την τελετουργία, την μαγεία και την σχέση της με τον ορθολογισμό, το παράλογο, το ζωντανό δίκαιο, τα όρια της επιστήμης και της τεχνολογίας σε σχέση με τον άνθρωπο.

 Τρίτον, απεικονίζουν την επανάληψη, ως μοτίβο, μέσα από την κίνηση και τον μη λόγο. Η επανάληψη είναι βασικό στοιχείο της τελετουργίας.(2) Σε όλες τις καλλιτεχνικές πράξεις που θα αναφέρουμε εδώ, η επανάληψη δομεί μια τελετουργία. Η τελετουργία αυτή αναφέρεται στην μαγεία, μέσα από την έκφραση της ανάγκης για την αναζήτησή της. 

 Η ανάγκη για την αναζήτηση της μαγείας προκύπτει από την βίαιη έλλειψή της, που έρχεται ως συνέπεια της αναπόφευκτης απομάγευσης που συνεχίζουμε να ζούμε, μέχρι και σήμερα, στον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό.

 Τέταρτον, μιλάνε πάντα για το παρόν, μέσα από τον μη τόπο και τον μη χρόνο. Το άχρονο και το άτοπο είναι και διαχρονικό. Μπορεί να διαδραματίζεται οπουδήποτε, οποτεδήποτε.

 Παρά τις διαφορές στα μέσα που χρησιμοποιούν για την απόδοση των θεματικών, η κοινή τους ουσία είναι εδώ, μέχρι και σήμερα.

V.Nijinsky (1913). Le sacre du printemps (Rite of spring). I. Stravinsky. Stage stills

 Όσα θα δούμε, μιλάνε, μέσα από την κίνηση και την εικόνα, για την ανορθολογικότητα του ορθολογισμού, την απομάγευση και την επαναμάγευση, την μαγεία ως ανάγκη του ανθρώπου και της κοινωνίας του.(3)

 Πέμπτον, ο τρόπος που μιλάνε για το παρόν, εμφανίζει πάντα δύο επίπεδα: το ατομικό και το συλλογικό. Όλη η διαπραγμάτευση σε σχέση με την μαγεία και τον ορθολογισμό, αναφέρεται και στα δύο αυτά επίπεδα. Κάποιες φορές υπερτερεί το ένα και κάποιες το άλλο – πάντα, όμως, τελικά, το ζήτημα είναι η αλληλεπίδρασή τους. Από τα αρχαία ελληνικά κείμενα, μέχρι και σήμερα, το πυρηνικό ερώτημα είναι αυτό: ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να συνυπάρξουν το ατομικό με το συλλογικό;

 “Διψάμε περισσότερο από ποτέ, για μια εμπειρία που να ξεπερνά την πλήξη. Μερικοί την αναζητούν στην τζαζ, στην κλασσική μουσική, στη μαριχουάνα και στο L.S.D. Στο θέατρο, το τελετουργικό μας κάνει και το βάζουμε στα πόδια, γιατί δεν ξέρουμε τι θα μπορούσε να είναι κάτι τέτοιο – το μόνο που ξέρουμε είναι πως, ό,τι ονομάζεται τελετουργικό μας έχει απογοητεύσει. Οπισθοχωρούμε απ’ οτιδήποτε ονομάζεται ποιητικό, γιατί το ποιητικό μας έχει κι αυτό απογοητεύσει.”.(4)

 Το να βλέπουμε τα πράγματα μέσα από διαφορετικά πεδία της θεωρίας και της πράξης, της τέχνης και των κοινωνικών επιστημών, μας βοηθάει να καταλάβουμε τι συμβαίνει γύρω μας και μέσα μας. Ή, έστω, να καταλάβουμε ότι η πραγματικότητα, συνήθως, δεν είναι αυτό που έχουμε συνηθίσει, αυτό που έχουμε μάθει – αυτό που μας έχουν μάθει.

 Χαρακτηριστικά παραδείγματα για την επαναμάγευση μέσα από την τελετουργία, από το πεδίο του χορού, είναι το Le sacre du printemps (Rite of spring) του V. Nijinsky, το Boléro του M. Bejar και το May B της M. Marin.(5) Τελικά, μάλλον μπορώ να γράψω κάτι λίγο για τον Nijinsky, κι ας τελειώνει σε -σκι.

 Η χορογραφία του Nijinsky, εντελώς πρωτοποριακή για την εποχή της, σπάει τους κανόνες της φόρμας και της γραμμικής αφήγησης μέσω της κίνησης και εισάγει την διακοπή, την σιωπή, το παράξενο. Παράγει ενοχλητικές εικόνες, διαταράσσοντας την μέχρι τότε ομαλότητα μιας, κακώς εννοούμενης, αγνότητας στην κίνηση του ανθρώπινου σώματος που εκτίθεται σε μία σκηνή.(6)

 Η σιωπή, έτσι κι αλλιώς, είναι -το πιο σημαντικό – μέρος του ήχου. Και η ακινησία, της κίνησης.

 Το τελευταίο κομμάτι της παράστασης, η θυσία, έχει όλα τα στοιχεία του danse macabre.(7) Βλέπουμε μία γυναίκα να χορεύει τον εαυτό της, μέχρι θανάτου. Το danse macabre, ως αστικός μύθος, είναι η έμπνευση πίσω από έργα σε διάφορα πεδία τέχνης, όπως η μουσική (ενδεικτικά, το ομώνυμο έργο του C. Saint-Saëns, το Dance Fever των Florence and the Machine) και ο κινηματογράφος (ενδεικτικά, το Strasbourg 1518 του Glazer).

 Το danse macabre αναφέρεται εξ ορισμού στην επαναλαμβανόμενη κίνηση που είναι αδύνατον να σταματήσει και έτσι, οδηγεί στον θάνατο. Γι’ αυτό, είναι ένα εργαλείο που μπορεί να περιγράψει και να εκφράσει την κοινωνική πραγματικότητα σε διάφορες εποχές, τόσο στις παραστατικές, όσο και στις οπτικοακουστικές τέχνες.

(1) Tarkovsky, 1979.

(2) Kaeppler, 2000, 121, Landy, Saler, 2009, Pignarre, 1967, 8, Miner, 1959.

(3) Βλ. και Kazan, 1973, 5.

(4) Brook, 1982, 62.

(5) Nijinsky, 1913. Béjart, 1960-1962. Marin, 1981.

(6) Το Rite of Spring έχει χορογραφηθεί και από την P. Bausch (1975), που από το 1980 μέχρι και σήμερα, παρουσιάζεται από το Tanztheater Wuppertal Pina Bausch μαζί με το Café Müller της ίδιας.

(7) Για την χορευτική πανούκλα του 1518 στο Στρασβούργο, ενδεικτικά Waller, 2009 και Renauld, 2021. Το danse macabre συνδέεται θεματικά με το tarantism (δηλαδή την ιστορία πίσω από τον χορό tarantella) που φέρει αντίστοιχα χαρακτηριστικά με πιο συγκεκριμένη αιτιολογία, όμως, αφού αποδίδεται στο δάγκωμα της ταραντούλας – ενδεικτικά, Britannica.

Scroll to Top