Ο Καθρέφτης της Έφης Μπίρμπα και του Άρη Σερβετάλη – Αναστασία Αντωνακάκη

Μία σκηνή που έχει πάνω της έναν πολύ μεγάλο σάκο. Έναν πολύ μεγάλο σάκο, που μέσα του έχει μια καρδιά.

Μία σκηνή που το έδαφος της είναι καθρέφτης.

Συνήθως, οι σκηνές της Μπίρμπα είναι καθρέφτες. Από τζάμι. Από γυαλί. Από νερό.

Τα Βατράχια του Αριστοφάνη, το Όνειρο ενός Γελοίου του Ντοστογιέφσκι, η Καρδιά του Σκύλου του Μπουλγκάκοφ – όλα τα κάνει δικά της. Σε όλα καθρεφτίζεται. Και σε όλα μας καθρεφτίζει.

Ο Διόνυσος με τον Ξανθία φτάνουν στον Κάτω Κόσμο και ψάχνουν να βρουν τους κακοποιούς. Τους παιδεραστές, τους βιαστές, τους δολοφόνους. Τους εγκληματίες.

Κοιτάζουν το κοινό.

Α, ναι. Εδώ είναι. Τους βρήκαμε.

Κοιτάζω κι εγώ δίπλα μου, με φόβο. Μπορεί δίπλα μου να κάθεται ένας εγκληματίας και να μην το ξέρω.

Κοιτάζω κι εγώ μέσα μου, με τρόμο. Μπορεί ο εγκληματίας να είμαι εγώ. Και να μην το ξέρω.

Η Μπίρμπα πάντα φτιάχνει έναν ολόκληρο κόσμο. Και τον πάνω κόσμο και τον κάτω. Έτσι κι αλλιώς, χωρίς τον έναν, δεν υπάρχει ο άλλος. Έτσι κι αλλιώς.

Πάνω, κάτω κι ενδιάμεσα.

Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι της αρέσει να επιλέγει έργα που μιλάνε για πολύ κλασσικά ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, με τρόπο πολύ περίεργο. Παράδοξο. Παράλογο.

Συνήθως, όμως, το παράλογο είναι και το πιο ρεαλιστικό. Γιατί, τι σημαίνει ρεαλιστικό, στο κάτω-κάτω; 

Αλήθεια, τι περιγράφει το παράλογο που δεν συμβαίνει στ’ αλήθεια;

Υπάρχει μεγαλύτερος ρεαλισμός από ένα πάτωμα που είναι καθρέφτης;

Ο καθρέφτης του εδάφους.

Το έδαφος. Από αυτό ερχόμαστε. Πάνω του ζούμε. Μέσα από αυτό φεύγουμε.

Ο καθρέφτης του ουρανού.

Ο ουρανός. Ο Σαχτούρης λέει “Ας μη το κρύβουμε – διψάμε για ουρανό.” Αυτόν κοιτάμε. Αυτός μας θυμίζει. Μας απελπίζει. Και μας γεμίζει ελπίδα.

Ο καθρέφτης μας.

Το θέατρο της Μπίρμπα και του Σερβετάλη είναι ο καθρέφτης μας και για έναν ακόμη λόγο. Γιατί μας θυμίζουν την μαγεία που μας έπλασε. Την τελετουργία απ’ όπου προερχόμαστε.

Ποιος δεν μαγεύεται από την τελετουργία; Έτσι κι αλλιώς, όλη μας η ζωή, τελετουργίες είναι. Ρουτίνες σε επανάληψη. Απλώς χρησιμοποιούμε διαφορετικά ονόματα για να τις περιγράψουμε. Κάποιοι το λένε θρησκεία, κάποιοι το λένε επιστήμη και κάποιοι το λένε απλώς καθημερινότητα. Αφού κάπως πρέπει να το πούμε, εγώ το λέω μαγεία. 

Γιατί κάπως πρέπει να διαχειριστούμε το παράλογο. Όλοι μας.

Έτσι κι αλλιώς, η πίστη είναι μεταφυσική. Σε κάθε περίπτωση. Ανεξάρτητα από το αντικείμενο της λατρείας: θεός, επιστήμη, άτομο, ομάδα, ιδέα, έθνος, ιερή καθημερινή ζωή.

Γι’ αυτό, δεν έχει πια σημασία το πώς ορίζεις τον ρεαλισμό. Περισσότερη σημασία έχει το πώς ορίζεις την μαγεία. Το αν την θυμάσαι. Και το πόσο την αποδέχεσαι.

Το θέατρο της Μπίρμπα και του Σερβετάλη μου θυμίζει τον Ταρκόφσκι.

Μπορεί να διαφωνείς με την θρησκεία του, αλλά δεν μπορείς να αρνηθείς την μαγεία του.


Αυτό που κοιτάζουν το κοινό και ψάχνουν τους εγκληματίες στο κοινό. Κλαίω με λυγμούς. Δεν ξέρω ποιος κάθεται δίπλα μου. Δεν ξέρουν και οι άλλοι τι είμαι εγώ, τι θα μπορούσα να είμαι.

Η κάθοδος του Σερβετάλη στον κάτω κόσμο. Κλαίω με λυγμούς. 

Κάποιος δίπλα μου λέει ότι κουράστηκε να τον βλέπει, άντε πότε θα φτάσει, υπερβολή η τόση ώρα. Κλαίω ακόμη περισσότερο. Το χάσμα είναι πάντα εκεί, όχι ανάμεσα στον πάνω και τον κάτω κόσμο, αλλά ανάμεσα σ’ αυτούς του πάνω κόσμου. 

Κατεβαίνει με την συνοδεία της χορωδίας, τα Βατράχια τραγουδάνε και τον συνοδεύουν. Σκέφτομαι το “Πώς ζεις” του Miyazaki. Τα Βατράχια σκαρφαλώνουν πάνω στο Αγόρι και το καλούν στον κάτω κόσμο, μαζί τους. Κοίτα να δεις. Ο μύθος. Παντού είναι.

Σερβετάλης η καρδιά του σκύλου. Πλάσμα. Βγαλμένο από έναν άλλον κόσμο, ενσαρκωμένο στην μορφή του ανθρώπου. 

Το σώμα. Χαρακτηρίζεται ως σωματικός ηθοποιός. Κι αυτό είναι πολύ λίγο. Είναι πολύ μικρό για να αποδώσει το πώς στέκεται πάνω στην σκηνή. Ίσως το μαγικός να είναι κάτι που θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει καλύτερα.

Ο Σερβετάλης είναι κάπως σαν τον Ταρκόφσκι. 

Σκηνοθεσία, πάτωμα, σκοτεινό, τα φουστάνια, ο χορός. Ο χορός, παντού υπάρχει ένας χορός. Τα φώτα. Το βίντεο που έχει κάτι να πει, επιτέλους, βίντεο πάνω στην σκηνή που υπάρχει λόγος που είναι εκεί, που έχει κάτι να πει, που δεν είναι απλώς εκεί πάνω γιατί αυτό σημαίνει μεταμοντέρνο. Ή μάλλον, μεταμεταμεταμεταμεταμοντέρνο. Σε ποιο μετά είμαστε, δεν ξέρω πια.

Η Μπίρμπα στήνει σκηνές στο σήμερα, σκηνές σημερινές, με αναφορές από το χθες, με αναφορές από άλλες εποχές. Ίσως το μαγική να είναι κάτι που θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει καλύτερα.

Ποιος δεν μαγεύεται από την τελετουργία; Έτσι κι αλλιώς, όλη μας η καθημερινότητα μια τελετουργία είναι. Όπως κι αν το λέμε. Είτε το λέμε επιστήμη, είτε το λέμε θρησκεία. Κάπως πρέπει να το πούμε. Κάπως πρέπει να διαχειριστούμε το παράλογο. Αυτό, που έχουμε έρθει για να φύγουμε λέω.

Μαγεία. Έτσι κι αλλιώς, κι ο ορθολογισμός είναι μαγικός. Το αντικείμενο λατρείας είναι αυτό που αλλάζει, στην μία περίπτωση ένας Θεός, στην άλλη περίπτωση η επιστήμη. Η πίστη είναι σε κάθε περίπτωση μεταφυσική.

Scroll to Top