Έχθρός του Λαού (Ερρίκος Ίψεν) – Γιάννης Μυλερός

Ξεκινώ αυτήν την σειρά άρθρων για την λογοτεχνία μ’ εφαλτήριο την ανάγκη να θίξω τις χορδές των εκλεκτικά συγγενών μου. Να δώσω, αυτό που γνώρισα κ’ εκτιμώ απ’ τα διαβάσματά μου μα πάνω απ’ όλα την αφορμή σ’ όσους συγγενείς ν’ ασχοληθούν, να ψάξουν, να ξεδιακρίνουν την αξία που λαμπιρίζει κάτω απ’ τα θολά κι αδρανή νερά της μινιμαλιστικής μας εποχής. Ν’ αγρεύσουν οτιδήποτε στάθηκ’ όρθιο μέσα στην ισοπέδωση και εξομοίωση κάθε λογοτεχνικής Αξίας απ’ τον άκρατο Υποκειμενισμό της μετά-δομιστικής λαίλαπας, τις αυθαίρετες μεθερμηνείες των Μεγάλων Έργων στο χαρτί και στο σανίδι από αλληλοεξυπηρετούμενους ακαδημαϊκούς, σκηνοθετάδες και αυλικούς των εκδοτικών οίκων..

Κι αν ο τόνος είναι αιχμηρός, αιχμηρότατο και το πρώτο θεατρικό έργο που παρουσιάζω: En Folkefiende, ελληνιστί «Ένας εχθρός του Λαού» του Ερρίκου Ίψεν. Και ξεκινώ με θέατρο γιατί τί συνιστά το θέατρο αν όχι λογοτεχνία; Τέχνη του λόγου δεν είναι; Και μάλιστα σε μία εποχή, διαστρεβλωτική των έργων και των νοημάτων τους, καλά θα κάναμε-συνιστούν τόσο ο πνευματώδης κριτικός Χάρολντ Μπλουμ, όσο κι ο μεγάλος σύγχρονος δραματουργός Ευγένιος Ο’ Νηλ-να  διαβάζαμε  τα κείμενα παρά να παρακολουθούμε τις κακοποιές παραστάσεις, που μόνο να μας απομακρύνουν μπορούν απ’ τα μεγάλα έργα, δίνοντας μας την λανθασμένη εντύπωση πως παρακολουθήσαμε Σοφοκλή, Σαίξπηρ, Ίψεν…

Ο Ερρίκος Ίψεν (1828-1906) γεννήθηκε και πέθανε στη Νορβηγία. Έζησε ωστόσο μια ζωή πνευματικού πλάνητα, με συχνά ταξίδια σε Δανία, Γερμανία και Ιταλία κατά το συνήθειο των σημαντικών πνευμάτων της εποχής του, όπως ο αντίτεχνός του Στρίντμπεργκ, ο Νίτσε και πολλοί ακόμα. Ανήσυχο πνεύμα, γνώρισε τον σπουδαίο κριτικό Γκέοργκ Μπραντές και συνδέθηκε στενά με τον μουσικό Έντβαρντ Γκρήγκ και τον ζωγράφο Έντβαρντ Μυνχ με τους οποίους και συνεργάστηκε: φανταστείτε μια εποχή όπου ο Ίψεν δραματουργεί, ο Γκρήγκ γράφει τη μουσική κι ο Μυνχ ζωγραφίζει και κατασκευάζει τα σκηνικά. Αυτή είναι η παράσταση του «Πέερ Γκυντ» που ανεβαίνει το 1876 στο θέατρο της Χριστιανίας και ορίζει μια ολόκληρη εποχή. Πέθανε αναγνωρισμένος και καταξιωμένος απ’ τους συγκαιρινούς του στο Όσλο, τότε Χριστιανία της πατρίδας του.

Ο Έχθρός του Λαού (1882) συνιστά ένα από τα κοινωνικά δράματα του Ίψεν. Η -στα σπάργανα ακόμα- αστική ζωή μιας μέχρι πρότινος αγροτικής, κτηνοτροφικής κοινωνίας, αρχίζει ν’ αποκτά τους δικούς της αντι-ήρωες και σύμβολα. Ο Ίψεν γίνεται ο ραψωδός αυτής της ζωής και κραδαίνει την ακονισμένη του πένα πάνω απ ‘ όσα διασθάνεται ως καταπιεστικά του Εγώ, σε μια κοινωνία που με το ζόρι απηχεί τις μεγάλες εξελίξεις στην Ευρώπη, μιας ζωής ικανής να κλειστεί σε τρία σκηνικά όλα κι όλα κι ωστόσο καταφέρνει να πνίξει τον Έναν και την Αλήθεια: «Η πλειοψηφία έχει πάντα άδικο, το δίκιο το έχουν πάντα οι λίγοι» το αξίωμα του Στόκμανν.

Ο γιατρός ανακαλύπτει πως το νερό της λουτρόπολης που ζει είναι δηλητηριασμένο από απόβλητα. Αφελής κι αυτός, σκιαμάχος της Αλήθειας που κανέναν δεν κινεί αν δεν ικανοποιήσει το οικονομικό, ατομικό και συλλογικό συμφέρον, αποφασίζει να δημοσιεύσει την έκθεσή του με αβανταδόρους τους εκδότες της τοπικής εφημερίδας που λογαριάζουν να γίνουν πάνω στις πλάτες του Στόκμανν οι κομιστές της Επανάστασης, χωρίς όμως τον ξενοδόχο. Φτάνει ο Δήμαρχος και αδερφός του Στόκμανν να τους επισημάνει τις οικονομικές συνέπειες στην πόλη -και στους ίδιους-αν μια τέτοια έκθεση δημοσιευθεί. Οι τουρίστες θα εξαφανιστούν, τα ενοίκια θα πέσουν και τ’ ακίνητα θα χάσουν την αξία τους. Οι ίδιοι οι μέχρι πριν συνδαυλιστές της υπόθεσης, αρνούνται να δημοσιεύσουν την Αλήθεια  και αυτό που ακολουθεί είναι μια απολογητική του Ενός και της Αλήθειας απέναντι στην τυραννία των πολλών, του κοινωνικού συμφέροντος και της πολιτικής. Ο γιατρός, φιλελεύθερος κι αυτός, ζει απ’ την ανάποδη τον φιλελευθερισμό που αξίωνε για σύμμαχό του. Ανακηρύσσεται ομόφωνα «Εχθρός του Λαού» και σπρώχνεται βίαια στο περιθώριο μαζί μ΄όλη του την οικογένεια.

Ο Ερρίκος Ίψεν, πίνακας του Edvard Munch

Ακόμα και σε μια πρόσφατα στημένη αστική ζωή που ακόμα αναδύει τη μυρωδιά του ψαριού και της κτηνοτροφίας, με ασχημάτιστες τις κοινωνικές της δυνάμεις, όπου η Αλήθεια δεν αναφέρεται δα και στην πάλη των τάξεων που μαίνεται στην ηπειρωτική Ευρώπη, μα στα νερά των λουτρών, που φορέας της δεν είναι η Επανάσταση κ’ η Συντήρηση με τον ισοπεδωτικό τους βηματισμό πάνω στα πράγματα, μα ο γιατρός Στόκμανν με όλη την αφέλειά του να γίνεται το παρανάλωμα διαχρονικών Δυνάμεων, που τόσο αριστοτεχνικά βρίσκουν τους εκφραστές τους στους «μικρούς», κουτσουρεμένους, περιφερειακούς των εξελίξεων ήρωες ενός δραματουργού που έχει καταλάβει όσο λίγοι, τι υπόκειται, τι κινεί, τι είναι διαχρονικό πίσω από τη μασκαράτα και τους επιχρωματισμούς της πολιτικής ανά τους αιώνες. Κατά τη γνώμη μου, στ’ αρνητικά του έργου, η υπερβολικά ρητή διατύπωση των Ιψενικών θέσεων μέσα απ’ τον Στόκμανν κατά το Εγωτικό του κήρυγμα στο σπίτι του Χόρστερ, σε ένα συγκεκριμένο σημείο όπου το έργο απεκδύεται τον συμβολισμό και παίρνει μια κάπως πιο διδακτική τροπή. Θέσεων που διατρέχουν όλο του το έργο και που συνιστούν το μεγαλείο του άλλωστε, μα εδώ παίρνουν μια κάπως αμήχανη, ρητή και ίσως άτεχνη μορφή. Καμία σχέση δεν έχει αυτή η κρίση με το περιεχόμενο και τις Ιδέες, αλλά με την αρχιτεκτονική του κειμένου. Ας είναι. Οι μεγάλοι δημιουργοί ασφυκτιούν ακόμα και στα καλούπια που έχουν φτιάξει οι ίδιοι για τον εαυτό τους. Η αλήθεια τους ξεχειλίζει ακόμα και αν πρέπει ο ήρωάς τους να αναλυθεί σε σκόνη μπροστά στο εκρηκτικό ξέσπασμα του ίδιου τους του Λόγου.

Η έκδοση που επέλεξα ήταν αυτή του οίκου Gutenberg (Μάρτιος 2016), σε εισαγωγή-μετάφραση- σχόλια του Θεοδόση Παπαδημητρόπουλου και πρόλογο-επιμέλεια-σχόλια του Ήρκου Ρ. Αποστολίδη. Έχοντας υπ’ όψιν κάποιες από τις υπάρχουσες -σχεδόν πάντα- προβληματικές, διασκευαστικές μεταφράσεις καθώς και την άμεση, προσωπική γνώση της σοβαρότητας, μεθοδικότητας και της Αγάπης του επιμελητή για το ιψενικό έργο, συνιστώ τη συγκεκριμένη ως την επαρκέστερα μεταφρασμένη, προλογισμένη, σχολιασμένη κ’ αισθητικά άρτια έκδοση του έργου. Εις το επανειδείν…

Γιάννης Μυλερός

Scroll to Top