Ο Άρθουρ Μίλερ (Arthur Asher Miller) γεννήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 1915 στο Χάρλεμ της Νέας Υόρκης. Οι γονείς του – με τον πατέρα του να είναι ιδιοκτήτης βιοτεχνίας γυναικείων ενδυμάτων και τη μητέρα του να εργάζεται ως δασκάλα στη δημόσια εκπαίδευση-επηρέασαν το περιβάλλον της παιδικής του ηλικίας. Η Μεγάλη Οικονομική Κρίση και το Χρηματιστηριακό Κραχ του 1929 είχαν βαθιά επίπτωση στη ζωή του. Η οικονομική καταστροφή του πατέρα του καθόρισε την ανάγκη για συνειδητοποίηση της ανασφάλειας της εποχής.
Παρά την απόρριψη από πανεπιστήμια λόγω χαμηλών βαθμών και οικονομικών προβλημάτων, ο Μίλερ εργάστηκε σε διάφορες δουλειές για να συγκεντρώσει χρήματα. Τελικά, το 1934, εισήχθη στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, όπου άρχισε σπουδές δημοσιογραφίας. Εκεί εργαζόταν ως νυχτερινός ρεπόρτερ στην εφημερίδα “Michigan Daily” και παρακολουθούσε μαθήματα θεατρικής γραφής, ξεκινώντας να αναπτύσσει το ενδιαφέρον του στον χώρο του θεάτρου.
Έκανε τρεις γάμους το 1940 παντρεύτηκε τη συμφοιτήτριά του Έλεν Σλάτερι και απέκτησαν δύο παιδιά. Το 1956 την Μέριλιν Μονρόε και το 1962 την αυστριακή φωτογράφο Ίνγκε Μόρατ. Η σχέση τους ήταν ευτυχισμένη και διήρκεσε μέχρι τον θάνατο της Ίνγκε το 2002. Απέκτησαν μια κόρη , τη σκηνοθέτρια Ρεμπέκα Μίλερ, που γεννήθηκε το 1962.
Ο Άρθουρ Μίλερ πέθανε στις 10 Φεβρουαρίου 2005. Δυο χρόνια, μετά το θάνατό του, αποκαλύφθηκε ότι εκτός από τα τρία του παιδιά από την πρώτη και τρίτη του σύζυγο, είχε αποκτήσει κατά τη δεκαετία του ’60 άλλο ένα γιο τον Ντάνιελ ο οποίος έπασχε από Σύνδρομο Down. Ο Ντάνιελ είχε μεγαλώσει σε ιδρύματα και ανάδοχες οικογένειες, καθώς ο Μίλερ αρχικά τον είχε απορρίψει. Ωστόσο τον δέχτηκε σταδιακά και τον συμπεριέλαβε στη διαθήκη που υπέγραψε έξι εβδομάδες πριν πεθάνει.
Ο Άρθουρ Μίλερ μας χάρισε πάνω από τριάντα θεατρικά έργα , τέσσερις κινηματογραφικές ταινίες και τρία μυθιστορήματα. Τα έργα του εξετάζουν ηθικά, κοινωνικά και πολιτικά θέματα, καταγράφοντας τις προκλήσεις και τις αντιφάσεις τις αμερικανικής κοινωνίας. Ήταν ένθερμος υποστηρικτής των δικαιωμάτων του ατόμου και της ελευθερίας του λόγου καθώς και σκληρός κριτής του «Αμερικάνικου ονείρου».
Τρία σπουδαία έργα
“Ήταν όλοι τους παιδιά μου” αποτελεί την πρώτη επιτυχία του Άρθουρ Μίλερ, και διαμόρφωσε τις βάσεις για την επιτυχημένη συγγραφική του καριέρα. Η πρεμιέρα του πραγματοποιήθηκε στις 29 Ιανουαρίου 1947, στο Coronet Theater, με σκηνοθεσία από τον Ελία Καζάν. Το έργο περιγράφει την ιστορία ενός διεφθαρμένου, αλλά οικονομικά επιτυχημένου, βιομηχάνου, που πουλά ελαττωματικά μηχανήματα στον στρατό κατά τη διάρκεια του πολέμου, προκαλώντας τον θάνατο Αμερικανών πιλότων. Η πλοκή εξελίσσεται καθώς ο ήρωας έρχεται αντιμέτωπος με τις συνέπειες των πράξεών του, και εξετάζει ζητήματα όπως η ενοχή, η προδοσία, και η μεταμέλεια.Η επιτυχία του έργου οδήγησε σε δύο βραβεία Tony και το New York Drama Critics’ Circle Award. Με αυτό το έργο, ο Άρθουρ Μίλερ επέδειξε τη δεξιοτεχνία του στη δημιουργία διαλόγων και στη σκιαγράφηση της εσωτερικής πάλης των ηρώων, ενισχύοντας τη φήμη του ως σημαντικού δραματουργού με κοινωνική ευαισθησία και αιχμηρή κριτική του “Αμερικανικού Ονείρου”.
“Ο Θάνατος του Εμποράκου” του Άρθουρ Μίλερ παρουσιάζει τη ζωή του Γουίλι Λόμαν, έναν άνδρα που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην εργασία με αξιοπρέπεια για τη συντήρηση της οικογένειάς του. Ωστόσο, αντιμετωπίζει ένα σοκ όταν απολύεται λόγω της μείωσης της αποδοτικότητάς του και της άνισης αξιολόγησης της προσφοράς του στο σύστημα. Ο Λόμαν παλεύει να πείσει τους γύρω του και τον ίδιο του τον εαυτό ότι οι αξίες και οι ιδέες του δεν ήταν λανθασμένες και πως, παρά τις δυσκολίες, θα δικαιωθεί τελικά. Το έργο αποτελεί ένα σφοδρό κατηγορητήριο εναντίον της υλιστικής κοινωνίας και της αναδίπλωσης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στις ανάγκες του καπιταλιστικού συστήματος. Η πλοκή αποτελεί έναν πόνο αντίστασης ενάντια στον αφανισμό της ατομικής αξιοπρέπειας από τις αντικρουόμενες δυνάμεις της κοινωνίας. Η διαίρεση μεταξύ του αμερικανικού ονείρου και της πραγματικότητας της απώλειας της εργασίας και της αξιοπρέπειας αναδεικνύεται σαν ένα καυστικό σχόλιο για την αμερικανική κοινωνία και την ψυχολογία των ανθρώπων που παλεύουν να επιβιώσουν σε αυτήν. Πρόκειται για το διασημότερο θεατρικό έργο του Άρθουρ Μίλερ, το οποίο του χάρισε το βραβείο Πούλιτζερ.
“Η Δοκιμασία” ή “Οι Μάγισσες του Σάλεμ” (“The Crucible”). Το έργο πρωτοανέβηκε στο Martin Beck Theatre, στις 22 Ιανουαρίου 1953. Πρόκειται, για την δραματοποίηση του λυσσαλέου κυνηγιού μαγισσών στη Σάλεμ της Μασαχουσέτης το 1692 και λειτουργεί ως αλληγορία για τον Μακαρθισμό και την κυνηγητό καλλιτεχνών και άλλων προοδευτικών ατόμων από τις αρχές και κατά τη δεκαετία του 1950. Το έργο προβλημάτισε και προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της ιστορικής αναλογίας με την κυνηγητό του Μακαρθισμού, που οδήγησε σε πολιτικές εκκαθαρίσεις καλλιτεχνών στο Hollywood. Το “The Crucible” αναδείκνυε την οργή του Άρθουρ Μίλερ για τις πολιτικές εκστρατείες κατά των προοδευτικών ιδεών και αντιπατριωτικών στοιχείων, καθιστώντας εμφανές τον φόβο και την παράνοια που επικρατούσαν στο κλίμα της εποχής.