Χορός, Θέατρο, Κινηματογράφος: Η σχέση τελετουργίας και ορθολογισμού μέσα από την καλλιτεχνική πράξη
Μέρος 4ο
Ο Α. Σερβετάλης λέει για τα Βατράχια, ότι είναι “Μια κάθοδος στον Άδη για να αναστήσουν εκείνον που θα εμπνεύσει τους ανθρώπους και θα εμφυσήσει την ποίηση και την ποιητικότητα, μια πνευματική διάσταση σε μια καθημερινότητα που έχει στεγνώσει από το ανθρώπινο είδος.”.(1)
Στην εκδοχή της Ε. Μπίρμπα, το ταξίδι της κατάδυσης στον κάτω κόσμο γίνεται τελετουργικά, αργά, με επανάληψη. Η οδύνη του σώματος που κατεβαίνει στον Άδη, η απόγνωση, ο φόβος, η επαφή με το σκοτάδι, αποδίδονται μέσα από την επαναλαμβανόμενη κίνηση, που την συνοδεύει το τραγούδι του χορού, των βατράχων. Η επαφή με το σκοτάδι φέρνει, τελικά, και την επαφή με το φως.
Η κάθοδος στον Άδη, που την συνοδεύουν τα Βατράχια, μοιάζει με το έργο του Miyazaki, Το αγόρι κι ο ερωδιός.(2) Εκεί, αφού το αγόρι έχει χάσει την μητέρα του, υπάρχει μία εικόνα, όπου βατράχια βγαίνουν από το ποτάμι και σκαρφαλώνουν πάνω στο αγόρι. Μοιάζει, ακριβώς, με τους βατράχους του Αριστοφάνη. Μοιάζει με ένα κάλεσμα στον κόσμο του θανάτου, ενώ ο άνθρωπος είναι ακόμη ζωντανός: είναι ένα ταξίδι που, για κάποιον λόγο, πρέπει να γίνει.
Το αντίστοιχο βλέπουμε και στην μικρού μήκους ταινία (dance film) του T. Testa, DisInteGrated.(3) Ο άνθρωπος βρίσκεται σε έναν χώρο και χρόνο που θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε. Μέσα από την κίνηση και την εικόνα, ταξιδεύει από πάνω προς τα κάτω, από μέσα προς τα έξω, από το φως προς το σκοτάδι και αντίστροφα.
“Η εικόνα είναι η οπή για να μπει στον κόσμο που δημιουργεί η παράσταση, για να γίνει ο θεατής μέρος του.”.(4)
Μία ακόμη θεατρική παράσταση των Μπίρμπα και Σερβετάλη που ασχολείται με την σχέση της τελετουργίας με τον ορθολογισμό – για την ακρίβεια, με την πορεία προς την επαναμάγευση και τις συνέπειες που αυτή έχει για τον άνθρωπο και την κοινωνία του, στο ατομικό και το συλλογικό επίπεδο – είναι Η καρδιά του σκύλου.
Το θεατρικό έργο του M. Bulgakov παρουσιάζει έναν επιστήμονα μεθυσμένο από την εξουσία των δυνατοτήτων του. Μετατρέπει έναν σκύλο σε άνθρωπο, χωρίς να ασχοληθεί με το τι σημαίνει αυτό. Οι συνέπειες επηρεάζουν, εκτός από το δημιούργημά του, και τον ίδιο και φυσικά, τις σχέσεις του τόσο με το έργο του, όσο και με τους υπόλοιπους ανθρώπους γύρω του.
Το ίδιο τέχνασμα μετέρχεται και ο A. Gray στο Poor Things, την κινηματογραφική μεταφορά του οποίου βλέπουμε από τον Γ. Λάνθιμο. Ωστόσο, σε αυτήν την περίπτωση, στο οπτικό σύμπαν του Λάνθιμου, το τέχνασμα αυτό χρησιμοποιείται για την αποδόμηση, μέσα από μία τελετουργία ενηλικίωσης, όσων έχουμε μάθει να θεωρούμε ως κατεστημένα στον μετανεωτερικό και σύγχρονο δυτικό πολιτισμό.
Άλλωστε, όπως λέει και ο Brook, “Όταν χρησιμοποιούμε την λέξη κατεστημένο, ποτέ δεν εννοούμε νεκρό: εννοούμε κάτι καταπληκτικά ενεργητικό, αλλά που γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι επιδεκτικό αλλαγής.”.(5)
“Καθισμένος στην τελευταία θέση μέσα σ’ εκείνο το μισοσκότεινο δωμάτιο, τρέμοντας απ’ το κρύο, έβαζα στο στόμα μου λίγη μόνο ποσότητα φαγητού, την έσπρωχνα μέσα κι αναρωτιόμουν γιατί τάχα οι άνθρωποι πρέπει να τρώνε τρεις φορές την ημέρα. Το ότι όλοι έτρωγαν με πρόσωπο σοβαρό μ’ έκανε να σκέφτομαι πως είναι κι αυτό ένα είδος τελετής.
Πως η οικογένεια έπρεπε να τρώει τρεις φορές την ημέρα, μαζεμένη σ’ ένα μισοσκότεινο δωμάτιο με τα τραπεζάκια τοποθετημένα μπροστά τους στη σειρά, με τη σωστή τάξη κι ότι έπρεπε να φάνε σιωπηλοί, σκυφτοί, μ’ έκανε να σκέφτομαι ακόμα κι ότι ίσως να επρόκειτο για προσευχή σε τίποτα πνεύματα που σέρνονταν στο σπίτι.”.
Η τελετουργία του τραπεζιού είναι κάτι που μπορούμε να δούμε μέσα από τον Miner,(7) που περιγράφει την καθημερινότητά μας ως μικρά τελετουργικά, αλλά και μέσα από το έργο του Th. Vinterberg.(8) Τόσο στο Festen, όσο και στο The Commune και στο Druk βλέπουμε να συμβαίνει η συγκέντρωση γύρω από το τραπέζι ως μία τελετουργία, που έχει πολύ περισσότερες συγκαλυμμένες λειτουργίες, πέρα από την φανερή λειτουργία του φαγητού. Είναι ένα μέρος που γίνονται συγκαλύψεις ή αποκαλύψεις, λαμβάνονται αποφάσεις, χτίζονται ή διαλύονται ανθρώπινες σχέσεις.(9)
Το τραπέζι, επίσης, έχει πάντα την αναφορά στην οικογένεια, ακόμη κι αν αποτελείται από ανθρώπους χωρίς οικογενειακούς δεσμούς, με την στενή νομική του όρου έννοια. Γι’ αυτόν τον λόγο, συνδέεται με την αναφορά στο παρελθόν, “δεσμοί με το οικογενειακό σπίτι, την παιδική ηλικία, τον τόπο, την Γη.”.
Αυτό, με την σειρά του, έχει σχέση με τον χρόνο που, όπως έχουμε δει, είναι επίσης βασικό ζήτημα: το βλέπουμε μέσα από την επανάληψη, πρώτον και δεύτερον, μέσα από την ανάγκη να μην προσδιορίζεται συγκεκριμένα ο χρόνος.
Th. Vinterberg. (1998). Festen. (2016). The Commune. (2020). Druk. Film Stills
(1) Αριστοφάνης, Βάτραχοι. Μπίρμπα, 2023. Σερβετάλης σε Διακοσάββας, 2023, Βατράχια: «Κωμωδία με DNA τραγωδίας», Lifo.
(2) Miyazaki, 2023, The Boy and the Heron.
(3) Testa, Robson, 2021.
(4) Μπίρμπα σε Βαρδάκη, 2023, Εφη Μπίρμπα: «Κάθε παράσταση είναι μια προσπάθεια να φτάσεις στην αρετή», Το Βήμα.
(5) Brook, 1982, 52.
(6) Dazai, 2022, 28-30.
(7) Miner, 1956.
(8) Vinterberg, 1998, 2016, 2020.
(9) Βλ. και Παπαδομιχελάκης σε Μποζώνη, 2021, Lifo: “Ο Τσέχοφ λέει πως “ό,τι συμβαίνει επί σκηνής θα έπρεπε να είναι τόσο σύνθετο και συνάμα τόσο απλό όσο και στην πραγματική ζωή. Οι άνθρωποι κάθονται σ’ ένα τραπέζι, γευματίζουν, αυτό είναι όλο, μα την ίδια στιγμή γεννιέται η ευτυχία τους ή καταστρέφεται η ζωή τους”.”.
(10) Tarkovsky, 1987, 265. Βλ. και Varda σε Weston, 2017.