Οι Παροιμίες – Αναστασία Αντωνακάκη

Ξέρεις τι είναι αυτό που στενεύει τον χρόνο;

Το να πιστεύεις πως δεν τον έχεις.

Γιατί κλαίς;

Γιατί, επιτέλους, είμαι ελεύθερη από αυτά που πίστευα.

Δεν θέλω να είμαι δυνατή.

Χαρούμενη θέλω να είμαι.

Γιατί με βγάζεις φωτογραφίες;

Γιατί, θέλω να ξέρω ότι θα ζήσεις για πάντα.

Πότε κάτι είναι καλό;

Όταν λέει την αλήθεια.

Σήμερα το πρωί ξύπνησα και ήξερα ποια είμαι, τι θέλω να κάνω 

και τι θα κάνω.

Μπορεί να μην μοιάζω 30, αλλά νοιώθω 30. Θεέ μου, τι ανακούφιση.

Ένοιωθα πάντα πιο άνετα να παρατηρώ, παρά να συμμετέχω.

Πού τα ξέρεις εσύ όλα αυτά;

Δεν είμαι καλύτερη από σένα.

Απλώς, παρατηρώ περισσότερο από σένα.

Να παρατηρείς.

Μη με θαυμάζεις.

Παρατήρησε.

Με ρώτησες, ποια δύναμη θα ήθελα να έχω. Να πετάω, να γίνομαι αόρατη ή να διαβάζω το μυαλό των ανθρώπων.

Να διαβάζω αυτά που γράφω σαν να τα έχει γράψει κάποιος άλλος, σου απάντησα.

Πάντα φοβόμουν μην γίνω αυτή που μελετάει τους άλλους, αντί αυτή που την μελετάνε.

Όχι, δεν φαίνεσαι επιθετική. Φαίνεται, απλώς, σαν πάντα να σκέφτεσαι περισσότερα απ’ όσα λες.

“Η αγάπη είναι ο φόβος που μας ενώνει με τους άλλους”, λέει ο Αναγνωστάκης.

Έλεγα πως δεν με νοιάζει να απευθυνθώ σε κανέναν. Δεν ήταν ψέμα αυτό. Φόβος ήταν.

Η αγάπη είναι ο φόβος που μας ενώνει με τους άλλους, λέει ο Αναγνωστάκης.

“Μαζεύω πέτρες γραμματόσημα πώματα από φάρμακα σπασμένα γυαλικά πτώματα από τον ουρανό λουλούδια κι ό,τι το καλό σ’ αυτό τον άγριο κόσμο κινδυνεύει”, λέει ο Σαχτούρης.

Λουλούδι μου, γιατί σκοτείνιασες;

Μαζεύω λουλούδια κι ό,τι το καλό σ’ αυτό τον άγριο κόσμο κινδυνεύει, λέει ο Σαχτούρης.

Τριαντάφυλλό μου.

Και ξαφνικά, όλα τα ποιήματα, επιτέλους, βγάζουν νόημα.

Κύλιση στην κορυφή